Ξύλινο έγχορδο μουσικό όργανο, το μουσικό όργανο των αοιδών της ομηρικής περιόδου αλλά και των μουσών στους αρχαϊκούς και κλασσικούς χρόνους.
Το αντηχείο έχει εξωτερικά πεταλοειδές σχήμα, ενώ στο πάνω εσωτερικό τμήμα του φέρει εγκάρσια ημικυκλική τομή. Επίπεδο ως προς την τρίτη διάσταση. Τα άνω πλαϊνά τμήματά του διατηρούν την εμπρόσθια επιφάνειά τους, είναι ωστόσο σκαμμένα στο εσωτερικό. Ασφαλώς δεν πρόκειται για διακοσμητικό εικονογραφικό στοιχείο. Η εμπρόσθια επίπεδη επιφάνεια του αντηχείου διασφαλίζει την απόλυτη συναρμογή του αντηχείου με την ξύλινη δονούμενη επιφάνεια του οργάνου (το καπάκι), λόγω της τάσης των χορδών.
Στην άνω όψη τους –τα άνω πλαϊνά τμήματα του αντηχείου- φέρουν εγκάρσιες τομές για να υποδεχθούν δύο ορθογώνιας διατομής ευθείς πήχεις, λαξευμένους στο άνω τμήμα τους για να διεισδύσουν σε εγκάρσιες τομές του κυλινδρικού ζυγού και να εξασφαλίσουν την άρτια εφαρμογή του.
Το ξύλινο καπάκι εφαρμόζεται σε περιφερειακή υποδοχή στο άνω μέρος του αντηχείου.
Τεντώσαμε επτά εντέρινες χορδές που κουρδίστηκαν στον αιόλιο τόνο. Διατηρήσαμε τα 44 εκατοστά ως ενεργό μήκος των χορδών.
Γνωστά από την χέλυν τα πρόσθετα λειτουργικά μέρη (γέφυρα, χορδοτόνος, και κόλλοπες).
Η φόρμιγγα παιζόταν με πλήκτρο αλλά και με τα δάκτυλα (αριστερού και δεξιού χεριού).
Ακολουθούν ενδεικτικές φωτογραφίες από τις φάσεις της ανακατασκευής.